Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Το σκραμπλ κι ο εμετός..

Ο χείμαρρος του μυαλού του ξέσπασε ορμητικός και με καταιγιστικό ρυθμό άρχισε να κατεβάζει εικόνες από το μακρινό παρελθόν. Ένιωθε ένα αίσθημα ναυτίας να του θολώνει τα μάτια και ένα κόμπο στο λαιμό να του κόβει την ανάσα. Να του φέρνει εμετό.
Είχε μόλις ακούσει την φράση κλειδί. Είχε μόλις συνειδητοποιήσει πως έπαιζε το αγαπημένο του “σκραμπλ” με ανθρώπους που νόμιζε πως ήξερε καλά. Με ανθρώπους που διασκέδαζαν την διαδικασία του παιχνιδιού, την παρουσία και το σμίξιμο της παρέας μετά από πολύ καιρό, το κρασάκι που συνέχιζαν να πίνουν μετά το φαγητό συνοδεύοντας το παιχνίδι τους.

“ Α, δεν θα το βάλω εδώ αυτό γιατί δεν με συμφέρει”.
Δεν με συμφέρει,
Δεν με συμφέρει,
Δεν με συμφέρει, η φράση σφυρί. Η φράση κλειδί. Η φράση πύλη της αποκάλυψης.

Έφυγε με το μυαλό του, έτρεξε στο μπάνιο πρώτα να αδειάσει όλο το φαρμάκι που ένιωθε να του μολύνει το αίμα και να του γυρίζει το στομάχι ανάποδα.
Προσπάθησε μετά να κρατήσει την ψυχραιμία του. Να γελάσει και να αστειευτεί, να ξορκίσει την αναγούλα. Να την διώξει. Τράβηξε δυό τρεις γερές γουλιές κρασί για να το χωνέψει. Να το διώξει.
Μάταιος κόπος. Μάταιη προσπάθεια να χωνέψει, πως με αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει καμία σχέση. Δεν σκέφτεται το ίδιο με αυτούς για αυτό το παιχνίδι.
Αυτός στύβει το μυαλό του για να βάλει μια “όμορφη” λέξη στο ταμπλό, σαν να φυτεύει ένα λουλούδι. Να το ομορφύνει. Να μοιάζει με τον κήπο των λέξεων.
Δεν μετράει πόντους, συνδυασμούς, δεν θυμάται τι έβαλε ο ένας και ο άλλος. Αυτός βάζει την πιο όμορφη λέξη στο παιχνίδι, ας παίρνει και λιγότερους πόντους. Αρκεί να είναι όμορφη. Εύηχη. Να θυμίζει κάτι που θα κάνει τον αναγνώστη της να νιώσει. Να αισθανθεί.
Αυτοί, μετράνε πόντους, χρησιμοποιούν τακτικές, λογαριάζουν κέρδη και ζημίες, θυμώνουν πότε κρυφά πότε φανερά όταν ο προηγούμενος τους χαλάει το σχέδιο, όταν τους πιάσει την θέση που είχαν λογαριάσει. Πόντους και κέρδη, πόντους και ζημία των άλλων.
Πόκερ, πόκα , πως τα λένε αυτά τα παιχνίδια με τα χαρτιά; Αυτά που σιχαίνεται, αυτά που δεν του προξενούν παρά μόνο αηδία. Αυτά που μπορεί και να διαλύσουν έναν άνθρωπο, ένα σπίτι, μια οικογένεια. Τζογαδόροι την ατυχία μου μέσα. Τζογαδόροι και με το σκράμπλ. Το παιχνίδι των λέξεων. Το παιχνίδι της γλώσσας που τόσο αγαπούσε μέχρι εκείνη την στιγμή. Γιατί πίστευε πως δεν τζογάρουν οι παίκτες. Αφού δεν υπάρχουν λεφτά, ζάρια, τύχη δεν τζογάρουν πίστευε. Που να ήξερε. Που να φανταστεί, ότι όταν τον πίεζαν να μην αργεί, στο μυαλό τους είχαν να τον οδηγήσουν στο λάθος. Που να φανταστεί πως η πιο όμορφη λέξη του, μπορεί και να τους χάλαγε τα σχέδια της νίκης. Της κυριαρχίας. Του συμφέροντος τους.

Οι σκέψεις του, αλυσίδα. Τον πήγαν πίσω. Σε εκείνο το σοφρά που έβαζε ανοιχτό το κιβώτιο, πεσκέσι από την μάνα και τον πατέρα του. Σταλμένο από τον ξενύχτη τον αδερφό του, που ξεκίναγε δουλειά στις τέσσερις, σχόλαγε στις έξι το απόγευμα και βάλε, και πρόφταινε να πάει στο καράβι να παραδώσει το κιβώτιο με τα φαγητά του παιδιού που σπούδαζε.
Έβαζε στο σοφρά το κιβώτιο της αγάπης, το πρόσφερε στους φίλους αδέρφια χωρίς ποτέ να σκεφτεί να κρατήσει καβάντζα, για πάρτι του κάτι. Χωρίς ποτέ να σκεφτεί τελείωσε και εγώ θα πέρναγα ένα μήνα με αυτό. Χωρίς ποτέ να μετρήσει τις μπουκιές των αδερφών. Τα μάτια τους γελαστά ήθελε να βλέπει. Ευχαριστημένα τα πρόσωπά τους.

Κι ήταν τώρα αυτοί, που λογαριάζουν αν τους συμφέρει να βάλουν αυτό το γράμμα εδώ ή εκεί. Οι ίδιοι.
Δεν με συμφέρει.
Μια νοητική δραμμαμίνη τον βοήθησε να ανακόψει την αναγούλα. Να πάει παρακάτω. Οι άνθρωποι σκέφτηκε δεν βλέπουν με τον ίδιο τρόπο το παιχνίδι. Πολλοί παίζουν για την νίκη και μόνο. Κάνουν τα πάντα για να συναντηθούν μαζί της. Δεν ταξιδεύουν όλοι για το ταξίδι. Κάποιοι, ίσως οι περισσότεροι βλέπουν μόνο τον προορισμό.
Πήγε παρακάτω, πολύ παρακάτω. Πέρασαν τα χρόνια και έφεραν μαζί τους δύσκολες μέρες και ώρες. Βρέθηκε χωρίς δουλειά, να τρώει τις σάρκες του μέσα σε ένα σπίτι που κινδύνευε να χάσει από τα χρέη. Όσα πολλά του άφησε η δουλειά που τόλμησε να στήσει μόνος του, με το αίμα της ψυχής του. Η οικογένειά του περίπου ένα ετοιμόρροπο ερείπιο, τρεμόσβηνε σαν φλόγα στον αέρα. Κλείστηκε στο σπίτι. Δεν πήγαινε πουθενά παρά μόνο σε αυτούς που θεωρούσε φίλους. Τον έδενε μαζί τους το ψωμί και το αλάτι που έφαγαν στο παρελθόν. Οι αγώνες της νιότης για ένα καλύτερο κόσμο. Οι εξ αγχιστείας συγγενικοί δεσμοί που δημιούργησαν μεταξύ τους στα χρόνια που κύλησαν. Ανοιγόταν, έλεγε τον καημό του, χωρίς ποτέ να παρατηρήσει πως το έκανε μόνο αυτός. Αυτός στην περιγραφή των προβλημάτων που βίωνε, οι άλλοι περί ανέμων και υδάτων. Άσχετα πράγματα. Ποιον γνώρισα, πόσο ψηλά επαγγελματικά στέκεται ο άλλος. Ο κόσμος πάει κατά διαόλου αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε και τίποτα. Αμπελοφιλοσοφίες. Όλο λάδι – λάδι και από τηγανίτα τίποτα. Κανένα νέο για δουλειά. Καμία κίνηση. Μόνο πήραμε μερικούς έτσι. Μόνο τρέχουμε, μόνο είμαστε κουρασμένοι.
Στην τρέλα του μυαλού του, πέταξε κάνα δυο φορές πως ψάχνει για δουλειά, αλλά φύσαγε αέρας εκείνη την ώρα. Πολύς και δυνατός αέρας που πήρε τα λόγια του γρήγορα μακριά. Δεν τα άκουσε κανείς. Δεν ήθελε να τα ακούσει κανείς, γιατί στο μυαλό τους υπερίσχυε τι συμφέρει και τι όχι. Μεγάλο το πρόβλημα, αλλά σε αυτά τα προβλήματα καλό είναι να κρατάς την ουρά σου απέξω.
Δεν με συμφέρει να βάλω το γράμμα “Α” σε μια θέση εργασίας. Δεν μου δίνει πόντους.

Η δραμμαμίνη έπαψε να αποδίδει. Η αναγούλα επανήλθε. Το κιβώτιο ξανάφτασε και στρώθηκε πάνω στον παλιό σοφρά. Τα πρόσωπα μόνο άλλαξαν. Πήραν το σχήμα των γραμμάτων με τους πολλούς πόντους. Η νίκη και η ήτα ερχόταν να καταγραφεί και πάλι στο κιτάπι. Η αναγούλα να δυναμώσει. Κι αυτή την φορά να είναι ασυγκράτητη. Να τους λούσει με τους πόντους που συμφέρουν. Που συμφέρουν πολύ και σχηματίζουν την φοβερή λέξη “εμετός”,που διασταυρώνεται με την ακόμη πιο φοβερή “ συμφέροντος”.

Δεν υπάρχουν σχόλια: