Τρίτη 14 Φεβρουαρίου 2017

578,05...

Κράτησε στο χέρι του το χαρτί της μισθοδοσίας με κάποια σχετική ανακούφιση. Είχε από μέρες τώρα αρχίσει να νιώθει πάλι εκείνο το σφίξιμο στο στήθος, καθώς τα περιθώρια στένευαν. Καθώς είχε και πάλι αρχίσει να ερωτοτροπεί με το πορτοκαλί λαμπάκι του δείκτη της βενζίνης και οι λογαριασμοί είχαν πάλι γίνει μαξιλαράκι.
Είχε μόλις περάσει το σαββατοκύριακο της αμφιβολίας και της ανασφάλειας, κλεισμένος στο σπίτι, μετρώντας και ξανά μετρώντας τις ώρες. Ευτυχώς δεν χτύπησε το τηλέφωνο. Ευτυχώς δεν χρειάστηκε να πάει πουθενά μακριά, ευτυχώς πετάχτηκε μόνο μέχρι το κοντινό s/m για τα απολύτως απαραίτητα και τα λιγοστά για ένα γλυκάκι. Έτσι να έχει κάτι στο σπίτι. Θα έρθουν τα παιδιά. Να μην τα γλυκάνει κάπως; Τι φταίνε κι αυτά για την κατάντια αυτή; Τους έλαχε να ζήσουν μαύρες μέρες και δύσκολες. Όχι τόσο μαύρες και δύσκολες σαν άλλα, που δεν έχουν που την κεφαλήν κλίναι, ούτε καν ένα μισοκάρβελο να την γαζώσουν και σήμερα. Αλλά να, άλλαξαν οι συνήθειές τους, πετσοκόπηκαν τα όνειρά τους και τούτο είναι βάρβαρο στην ηλικία τους....

Κοίταξε το χαρτί, ευχαρίστησε τον άνθρωπο που το έδωσε και με δύο κινήσεις, βάλθηκε να τσεκάρει τον λογαριασμό στην τράπεζα μέσω υπολογιστή. Να τα δει να σιγουρευτεί. Όχι πως δεν θα βρίσκονταν εκεί. Δεν έγινε ποτέ αυτό. Αλλά τους τελευταίους μήνες έχει πια μετατραπεί σε κανονικό κατάδικο. Τα παλιά του χρέη τον ακολουθούν και τον κατατρέχουν. Ζωντανά φαντάσματα. Μόλις μπει το ποσό της μισθοδοσίας του, μέσα σε δευτερόλεπτα, δεσμεύονται. Δηλαδή, δεν μπορεί να τα πάρει. Δηλαδή θα πρέπει να ακολουθήσει την γνώριμη πια διαδικασία. Το επόμενο πρωί, με το ξημέρωμα θα πρέπει να βρεθεί στο υποκατάστημα της τράπεζας που τηρείται ο λογαριασμός, να βρει την αρμόδια υπάλληλο, να της εξηγήσει από την αρχή πως ο λογαριασμός αυτός έχει καταστεί πλέον ακατάσχετος μισθοδοσίας και πως θα πρέπει να ακολουθήσει κι εκείνη τα χρειώδη βήματα ώστε να αποδεσμευτούν αυτά τα χρήματα.
Κάθε μήνα η ίδια ρουτίνα. Τα ίδια λόγια. Τα ίδια κρυόκωλα αστεία της υπαλλήλου, το ίδιο συγκαταβατικό χαμόγελο της υπομονής, και η ίδια αίσθηση προσωπικής ξεφτίλας, να κάθεται αναμμένο κάρβουνο στο στομάχι του. Κάπως έτσι θα πρέπει να ένιωθαν και εκείνοι οι άνθρωποι παλιότερα, που όφειλαν να παρουσιαστούν στο Α.Τ της περιοχής τους άπαξ μηνιαίως. Οι κατάδικοι. Οι κυνηγημένοι, οι στιγματισμένοι, οι τέλος πάντων όσοι είχαν ανοίξει λογαριασμούς με την εξουσία ή εκείνη είχε αποφασίσει αυθαίρετα να ανοίξει μαζί τους.

Ω, του θαύματος. Παρέμεναν στην θέση τους. Κανείς δεν τα είχε πειράξει. Δεν τα είχαν δεσμεύσει. Ανέγγιχτα, παρκαρισμένα μαζί με τα 28,85 που είχαν παραμείνει, γλιτώσει καλύτερα από την αυτοεξορία του σαββατοκύριακου και των ημερών που είχαν προηγηθεί. Αυτές που έμοιαζαν σαν δίδυμες αδερφές, με το Σάββατο και την Κυριακή, μόνο που είχαν το σημάδι της διαφορετικότητας. Την δουλειά, που όσο να το κάνει κανείς ήταν μια κάποια έξοδος από τους τέσσερις τοίχους.

Αναθάρρησε. Λες, σκέφτηκε; Λες να έπιασε τόπο εκείνο το email στην νέα πλατφόρμα επικοινωνίας του κράτους με τους πολίτες; Λες να κατάλαβαν ότι ταλαιπωρούν ανθρώπους. Τους οδηγούν στην απόγνωση μέσα στην απόγνωση τους; Αλλά πάλι τόσο γρήγορα; Μπα, τέτοιες ταχύτητες σε ένα βαθύ γραφειοκρατικό κράτος δεν ισχύουν. Δεν γίνονται αυτά.

Το άφησε, για να κάνει καμιά δουλειά. Να ασχοληθεί με τα δέοντα και πρεπούμενα της μέρας απερίσπαστος. Ότι και να έχει γίνει, εκεί είναι και στο κάτω της γραφής, ο βρεγμένος την βροχή δεν την φοβάται. Το πολύ πολύ, αύριο τα γνωστά. Νωρίς και αξημέρωτα στην κυρία τάδε, τα ίδια και τα ίδια. Γνωστά τα μονοπάτια.

Το μυαλό του άρχισε να φεύγει. Να λογαριάζει. Που θα πάει τι. Λογαριασμούς, υποχρεώσεις, παιδιά, άλλα έξοδα. Αυτά θα πληρώσω για ρεύμα, εκείνα τηλέφωνο, τόσα νερό, τόσα στα παιδιά, μένουν τόσα, αλλά δεν φτάνουν για βενζίνη. Ούτε για αυτό και το άλλο. Και η λίστα μεγάλωνε. Αυτά που δεν έφταναν, περισσότερα από εκείνα που μπορούσαν να ικανοποιηθούν. Θα κόψω αυτό και το άλλο. Θα καθυστερήσω εκείνο. Θα αφήσω απλήρωτο το άλλο, για τον άλλο μήνα.

Η τετραγωνική ρίζα του 578,05, αυτό είναι. Ότι παίρνεις μεγάλε, είναι ένα τετράγωνο με πλευρές ίσες με την τετραγωνική ρίζα του αρχικού ποσού. Εκεί κινείσαι, τόσο σου επιτρέπεται να ζεις για τον επόμενο τουλάχιστον μήνα. Τόσο να ονειρεύεσαι, τόσο να τρως, τόσο να πληρώνεις, τόσο να αναπνέεις. Γιατί αν δεις το τετράγωνο αλλιώς, γίνεται κύβος. Ένα δωμάτιο με ίσες όλες τις πλευρές του. Δίχως πόρτες, δίχως παράθυρα. Μια μόνο μικρή χαραμάδα που θα σε πάει στον επόμενο μήνα. Στο επόμενο τετράγωνο. Στον επόμενο κύβο. Αυτόν που θα σε φιλοξενεί στο υπόλοιπο της ζωής σου.

Της ποιας είπες; της ζωής μου;
Και ποιος όρισε πως η ζωή μου είναι το 24,0427 Χ 24,0427 Χ 24,0427;

Όχι δεν θέλω να λύσω αυτήν την εξίσωση. Εγώ θέλω να ταξιδεύω στον κόσμο και να γεμίζω την βαλίτσα μου εικόνες και ζωές. Κι όποτε μου δίνεται η ευκαιρία ν' ανοίγω το σεντούκι μου και να μοιράζω ιστορίες σε παιδιά. Να με κοιτούν με ορθάνοιχτα τα μεγάλα τους μάτια και να χαίρονται που σκαλίζεται η ψυχή τους με ανθρωπιά, αγάπη, αλληλεγγύη. Κι όταν πια μεγαλώσουν, μπολιασμένα ,αυτά ν' αλλάξουνε τον κόσμο κατά πως θέλουν. Μα όχι να λύνουν εξισώσεις και να λογαριάζουν τετραγωνικές ρίζες. Να ορίζουν την ζωή τους και όχι να προσπαθούν να τετραγωνίσουν τον κύκλο. Σε κανέναν άνθρωπο δεν αξίζει να ζει τετραγωνίζοντας τον κύκλο και να προσθαφαιρεί όνειρα κατά πως ταιριάζουν στην τετραγωνική ρίζα του μισθού του και μόνο.

Σε καλή μεριά.



Δεν υπάρχουν σχόλια: